We Happy Few

Τo We Happy Few το περιμέναμε καιρό, με ανυπομονησία και ενθουσιασμό. Από τα πρώτα τρέιλερ ο τίτλος θύμισε αρκετά BioShock, με μερικές διαφορές, θέτοντας έτσι τον πήχη πολύ ψηλά. Να ξεκαθαρίσουμε πως ο γράφων θεωρεί το πρώτο BioShock ίσως το μεγαλύτερο κατόρθωμα του gaming σαν σύνολο, ένα παιχνίδι που μπλέκεται με την έννοια της τέχνης, βάθος σε σενάριο, gameplay, εικαστικό τομέα και γενικά ένα καθαρό «δέκα με τόνο».

Το Wee Happy Few, αν και από τελείως διαφορετική ομάδα, θυμίζει πάρα πολύ BioShock όπως είπαμε. Τόσο στο εικαστικό μέρος όσο και στο πνεύμα της ιστορίας και του κόσμου. Ίσως και λίγο Dishonored στον τρόπου που βλέπουμε τους χαρακτήρες να ωριμάζουν.

Η ιστορία μας λαμβάνει χώρα στην Μεγάλη Βρεττανία, σε ένα παράλληλο σύμπαν λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο σύμπαν αυτό οι Αμερικάνοι δεν ήρθαν πότε στους Συμμάχους και έτσι άφησαν την Βρεττανία να απορκούσει μόνη της τους Γερμανούς. Προφανώς τα αγγλάκια έχασαν τη Μάχη της Αγγλίας και η Επιχείρηση Θαλάσσιος Λέων πέτυχε. Και εδώ αρχίζει το καλό. Σε μια μικρή επαρχία, το Wellington Wells, οι Γερμανοί μια μέρα απλά σηκώθηκαν κι έφυγαν, αφήνοντας τη μικρή επαρχία να ζήσει ελεύθερη. Αυτό προκλήθηκε από κάτι που έκαναν οι κάτοικοι, και το ονόμασαν «Το Πολύ Κακό Πράγμα». Η επαρχία απομονώθηκε από ντροπή (Άγγλοι, γαρ). Η απομόνωση έφερε όμως μεγάλες εξελίξεις στην τεχνολογία, με όπλα Tesla, συστήματα ασφαλείας και φορητές μπαταρίες μεγάλης χωρητικότητας. Όσο λοιπόν ο υπόλοιπος κόσμος παράκμαζε κάτω από το Γερμανικό ζυγό το Wellington Wells άκμαζε τεχνολογικά.

Βέβαια, οι ψυχολογικά καταπισμένοι κάτοικοι, μην αντέχοντας τη ντροπή της πράξης που έδιωξε τους Γερμανούς, εφήυραν το Joy. Πρόκειται για ένα ναρκωτικό που καταπιέζει τις κακές μνήμες και δίνει ευφορία στον χρήστη. Έτσι άρχισαν να το παίρνουν με το κιλό, να φορούν μάσκες με ζωγραφισμένα χαμόγελα, να λογοκρίνουν τις ειδήσεις ώστε να μην υπάρχει κανένα στοιχείο του «Πολύ κακού πράγματος» και εν τέλει να ζουν σε μια δυστοπία που όλοι είναι ναρκωμένοι και χωρίς ιδιαίτερες αναστολές ή επίγνωση των συνεπειών των πράξεών τους. Όσοι είχαν ανοσία αφέθηκαν στις εξοχές μέχρι που τρελάθηκαν, όσοι κόβουν το Joy συλλαμβάνονται.

Σε αυτόν τον κόσμο θα δούμε τρεις διαφορετικές ιστορίες μέσα από τρεις χαρακτήρες. Καθένας διαθέτει το δικό του σετ ικανοτήτων και κουβαλά τα δικά του προβλήματα. Και οι τρεις θα έρθουν, όπως είναι αναμενόμενο, αντιμέτωποι με το σύστημα μιας και η κατάσταση πολύ λίγο τους αρέσει.

Το gameplay του We Happy Few έρχεται να αγγίξει λίγο περισσότερο αυτό του Fallout. Υπάρχουν στοιχεία RPG αλλά σαν ατόφιος τίτλος είναι ένα first person shooter με αρκετή δράση και τακτική. Μπορούμε να έχουμε παράλληλα quest, χωρίς αυτά να περιπλέκονται πολύ. Υπάρχει ένα σύστημα crafting το οποίο είναι όσο απλό πρέπει, μιας και η εξέλιξη δε βασίζεται εκεί και ένα Skill tree. Τα Skill points δωρίζονται αρκετά εύκολα και σε ποσότητες, ανάλογα με το quest μιας και δεν υπάρχουν levels. Ύπνος, δίψα και πείνα υπάρχουν επίσης χωρίς όμως να είναι απαραίτητη η ενασχόληση μαζί τους. Βέβαια ένας χορτάτος και ξεδιψασμένος ήρωας έχει μερικά καλά buffs που στη μάχη ίσως φανούν χρήσιμα. Μεγάλο κομμάτι αποτελεί και το stealth, αλλά αυτό περιορίζεται σε crouch μες τα φυτά, σκιές και αποφυγή θορύβου. Στην οθόνη υπάρχουν αντίστοιχα εικονίδια ανά πάσα στιγμή, οπότε είναι όλα καλά.

Ένα καλό στοιχείο που χρησιμοποιεί το We Happy Few είναι το Joy. Οι npcs κοιτάζουν το πρόσωπο του ήρωα, κι αν δεν είναι «μες την καλή χαρά» τον θεωρούν ύποπτο. Οπότε η χρήση του νακρωτικού πρέπει να γίνεται μεν, με σύνεση και στρατηγική δε, αφού η κατάχρηση οδηγεί σε debuffs, έλλειψη μνήμης και εν τέλει θάνατο. Τα συστήματα είναι ενδιαφέροντα, εν αρχή, όμως λόγω του σκηνικού φτάνουν να γίνουν ενίοτε μονότονα. Σαν συστήματα δεν είναι άσχημα, αλλά είναι πολλά και δεν έχουν αρκετό βάθος ώστε να αποτελέσουν ένα κομμάτι του παιχνιδιού το καθένα παρά όλα μαζί αποτελούν ένα κομμάτι που ίσως μπήκε λίγο βιαστικά. Εδώ ο τίτλος θα μπορούσε να πάρει παράδειγμα από το Dishonored, το οποίο εστιάζει στην ιστορία και τη μαγεία και τέλος.

Ωραία όλα αυτά. Αλλά τεχνικά; Τα γραφικά είναι Unreal Engine, για όσους ξέρουν τι πάει να πει αυτό. Τα σχεδόν καρτουνίστικα αλλά και απόκοσμα ρεαλιστικά γραφικά είναι καλοδουλεμένα, σκοτεινά και ψυχεδελικά όπου πρέπει ή φωτεινά και αθώα. Το μόνο πρόβλημα που παρατηρήσαμε ήταν το ενίοτε παράξενο frame rate που σε συνδυασμό με το βαρύ οπτικό αποτέλεσμα γίνεται λίγο κουραστικό μετά από κάποια ώρα. Επίσης τα loading times είναι τραβηγμένα, ίσως, και εμφανίζονται και για 2-3 δευτερόλεπτα σε ανοιχτές περιοχές. Εκεί που ο τίτλος όμως πραγματικά λάμπει είναι ο ήχος, και ιδιαίτερα οι διάλογοι και το voice acting. Έχοντας ζήσει στην Αγγλία μπορώ πραγματικά να πω πως είναι ίσως το πρώτο παιχνίδι που καταφέρνει τέτοια πιστότητα τόσο σε προφορά όσο και σε χρήση της γλώσσας. Κάθε ατάκα είναι σπαρταριστή και καλογραμμένη και βγάζει επακριβώς την αίσθηση πως βρίσκεσαι στην Βρεττανία και οι χαρακτήρες είναι ντόπιοι. Πραγματικά άψογη δουλειά.

Εν κατακλείδι, το We Happy Few είναι ένα παιχνίδι με συναρπαστικό σκηνικό και ιστορία να το υποστηρίζει, άπταιστο ήχο, αλλά αντι να εστιάσει στο δυνατό του σημείο (είπαμε, την ιστορία) αναλώνει πολύ χρόνο σε sneaking, crafting και skill tree-ing που μπερδεύουν τον παίκτη. Οπωσδήποτε αξίζει μια ματιά, ειδικά από όσους βρήκαν τα BioShock και Dishonored ενδιαφέροντα.

We Happy Few

6.8

Βαθμός

6.8/10

Θετικά

  • Αριστουργηματικοί διάλογοι
  • Ωραία ιστορία και σκηνικό

Αρνητικά

  • Πολλά ανούσια υποσυστήματα
  • Απαράδεκτα μεγάλα loading times

Πάνος Αλεξόπουλος

Παίζω, γράφω, κριτικάρω και σχεδιάζω παιχνίδια. H συλλογή μου μια μέρα δε θα χωράει σε μουσείο.