Dishonored

Έπος. Η Bethesda και η Arkane Studios φαίνεται πως έχουν πιάσει για τα καλά την ουσία του gaming και πλέον καλλιτεχνούν πάνω της. Μπορεί η φράση αυτή να βγάζει fanboy-ism αλλά διαβάστε παρακάτω και θα καταλάβετε.

Ο λόγος για το Dishonored, ένα παιχνίδι που βγήκε με αξιώσεις και άπειρα βραβεία στην αγορά, όλα δικαιολογημένα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Βρισκόμαστε -μάλλον- στη βικτοριανή εποχή σε steampunk σκηνικό σε μια πόλη ονόματι Dunwall. Η πόλη αυτή εκτός από πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας είναι και άρρωστη. Για την ακρίβεια μια επιδημία που έφεραν τα ποντίκια έχει μειώσει πολύ τον πληθυσμό ενώ τα ποντίκια πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η Αυτοκράτορας δολοφονείται και η κόρη της απάγεται ενώ ο αυτοκρατορικός σωματοφύλακας κατηγορείται για το φόνο. Ο παίκτης χειρίζεται τον τελευταίο, ονόματι Corvo Attano στην προσπάθειά του να σώσει τη μικρή Emily, να ξεσκεπάσει τη συνωμοσία και να καθαρίσει το όνομά του. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού θα συναντήσετε πολλούς ενδιαφέροντες χαρακτήρες, καλούς ή κακούς -ο καθένας με το δικό του παρελθόν και κίνητρο. Οι 9 αποστολές σε συνδυασμό με το πλεόνασμα lore και τις ανατροπές δίνουν ίσως μια πιο μεγάλη δόση βάθους από όση θα περίμενε κανείς.

Το στυλ παιχνιδιού είναι όμως το δυνατό σημείο εδώ. Αυτό γιατί δεν υπάρχει στυλ! Οι πιθανές προσεγγίσεις ενός θέματος είναι τόσες που επιτρέπουν σχεδόν πλήρη ελευθερία στο πως θα προχωρήσετε παρακάτω. Ένα μικρό παράδειγμα: Ένα ηλεκτροφόρο τείχος μπορεί να περαστεί από πάνω σκαρφαλώνοντας (ο Corvo είναι master), να απενεργοποιηθεί, να προσπεραστεί μέσω μαγείας, να βάλετε κάποιον άλλο να το διαχειριστεί μέσω κάποιου side quest και άλλα διάφορα. Είπα μαγεία. Ναι. Νωρίς στο παιχνίδι ο Corvo έρχεται σε επαφή με τον Outsider ο οποίος εκτός από ένα awesome tattoo στο χέρι του δίνει και τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί ορισμένες μαγικές δυνάμεις (10 στον αριθμό) όπως τηλεμεταφορά, νυχτερινή όραση και πάγωμα του χρόνου. Οι δυνάμεις αποκτώνται και αναβαθμίζονται ξοδεύοντας Runes ενώ υπάρχουν και τα Bone Charms τα οποία δίνουν μικρότερα “buffs”. Πέρα από τη μαγεία που πραγματικά θα σας λύσει τα χέρια, τα όπλα περιορίζονται σε σπαθί, πιστόλι, βαλλίστρα (με 3 διαφορετικά είδη darts), spring razor (ένα είδος νάρκης) και χειροβομβίδες.

Βασικό ρόλο στο gameplay είναι η ελευθερία που υπάρχει όπως είπαμε πριν στην προσέγγιση. Ο Corvo δεν είναι κανένας που χαίρεται με το πολύ αίμα όμως μπορεί άνετα να γίνει Terminator και να καθαρίσει τους πάντες στο διάβα του. Μπορεί όμως να φερθεί και πιο “συνετά” και χρησιμοποιώντας stealth (εξαιρετικά mechanics εδώ, δε θα σας απογοητεύσει σε κανένα σημείο!) να “κοιμίσει” τους εχθρούς του. Ή μπορεί να τους σφάξει σε stealth mode. Ή να μην τους αγγίξει καν και αυτοί να μην τον δουν ποτέ. Όπως καταλαβαίνετε οι επιλογές είναι όντως ατελείωτες. Μάλιστα είναι και σημαντικές! Πέρα από τα ηθικά διλήμματα και τις επιλογές στα quests, ακόμα και ο τελευταίος εχθρός που σκοτώνουμε έχει αντίκτυπο στην τελική έκβαση του παιχνιδιού. Γιατί; Όπως είπαμε η πόλη μαστίζεται από ποντίκια. Τα ποντίκια τρώνε πτώματα. Έτσι πιο πολλά πτώματα = πιο πολλή τροφή = πιο πολλά ποντίκια = πιο πολλοί άρρωστοι.  Η συντεταγμένη αυτή υπολογίζεται στο τέλος κάθε αποστολής και ανάλογα το μέσο όρο στο τέλος του παιχνιδιού αλλάζει και το αποτέλεσμα (όπως και από αποστολή σε αποστολή).

Στα τεχνικά του τίτλου. Ο ήχος είναι φανταστικός. Από soundtrack μέχρι ambient και εφέ όλα είναι κομμένα και ραμμένα στις περιστάσεις. Πραγματικά ακόμα και σε στιγμές που δεν ακούγεται σχεδόν τίποτα αν προσπαθήσετε θα πιάσετε ήχους. Ήχους που μιλάνε κατευθείαν στο μυαλό και κάνουν την εμπειρία ακόμα πιο δυνατή. Ο λόγος έρχεται τώρα στα γραφικά. Ο χαρακτηρισμός “Like a painting in motion” είναι νομίζω ό,τι πιο ταιριαστό εδώ. Μπορεί μερικές λεπτομέρειες να έχουν ξεφύγει (εξ’ου και το 9,5 αντί για 10) αλλά δεν φαίνονται εύκολα. Όλα είναι σχεδιασμένα στο ύφος του setting. Steampunk, γεμάτα επιδημία, μυστήριο και δολοπλοκίες. Πως γίνεται αυτό; Με πανέμορφα ρεαλιστικά εφέ, real time φωτισμό σε κάθε γωνία, εξαιρετικά animations και χρώματα που σχεδόν μπορεί κανείς να αγγίξει στην οθόνη. Και αν αποφασίσετε να πάρετε το δρόμο του όπλου, αίμα. Πολύ αίμα. Τα mechanics από την άλλη είναι κι αυτά πολύ καλά όπως και ο χειρισμός που πολύ καλός και συνηθίζεται αμέσως. Ο Corvo σκαρφαλώνει όπου είναι ανθρωπίνως δυνατό για έναν εκπαιδευμένο τύπο, χωρίς υπερβολές όμως. Οι εχθροί μένουν alerted αν τον δουν ενώ αν “τους φανεί” πως τον είδαν ενημερώνουν τον διπλανό τους και ψάχνουν για λίγο. Επίσης οι εχθροί (πάσης φύσεως) λαμβάνουν την αντίστοιχη ζημιά ανάλογα με το ποιο μέρος του σώματός τους χτυπήθηκε πχ. αν τους πυροβολήσετε στο πόδι κουτσαίνουν.

Κλείνοντας αυτή την παρουσίαση, αισθάνομαι πως ένα κείμενο δεν αρκεί για να περιγράψει το έργο τέχνης που λέγεται Dishonored. Μιλάμε ίσως για το πιο ολοκληρωμένο παιχνίδι ως σήμερα, με εξαιρετικό-εθιστικό-πολυεπίπεδο gameplay, αυξημένο replayability αλλά και μεγάλη διάρκεια, εξαιρετικά τεχνικά χαρακτηριστικά και ιστορία που συναρπάζει με πληθώρα καλοσχεδιασμένων χαρακτήρων.

Πάνος Αλεξόπουλος

Παίζω, γράφω, κριτικάρω και σχεδιάζω παιχνίδια. H συλλογή μου μια μέρα δε θα χωράει σε μουσείο.